No

Οι Πρόεδροι των Ανωτάτων Οργάνων Ελέγχου (ΑΟΕ) των 27 κρατών μελών και του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΕΕΣ) συναντήθηκαν στο Λουξεμβούργο την 1η και 2α Δεκεμβρίου 2008
 

 

 
 
Το ΕΕΣ φιλοξένησε τη διήμερη ετήσια συνάντηση της Επιτροπής Επαφών των Προέδρων των ΑΟΕ της ΕΕ στο Λουξεμβούργο. Στη συνάντηση προήδρευσε ο Πρόεδρος του ΕΕΣ, κ. Vítor Caldeira. Ήταν παρόντες οι Πρόεδροι των 27 ΑΟΕ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και οι Πρόεδροι των ΑΟΕ των υποψηφίων χωρών, ενώ συμμετείχαν ως παρατηρητές εκπρόσωποι από την ομάδα επαγγελματικής κατάρτισης του EUROSAI και το SIGMA.
 
Η συνάντηση της Επιτροπής Επαφών το 2008 πραγματοποιήθηκε σε μια χρονική στιγμή όπου η Ευρώπη και ο υπόλοιπος κόσμος προσπαθούσαν να συνέλθουν από τα συνολικά πλήγματα που επέφερε η κρίση στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Σε αυτό το πλαίσιο, κύριο θεματικό επίκεντρο της συνάντησης της Επιτροπής Επαφών για το 2008 αποτέλεσαν συζητήσεις σχετικά με τη μεταρρύθμιση του προϋπολογισμού της ΕΕ και την αναθεωρημένη στρατηγική της Λισαβόνας 2008-2010, δύο θέματα που έχουν σχέση με τη διαχείριση της χρηματοπιστωτικής κρίσης που πλήττει την ΕΕ και τα κράτη μέλη της. Και τα δύο θέματα αναλύθηκαν σε συζητήσεις λογομήγυρης.
 
Η κ. Dalia Grybauskaité, η τότε Επίτροπος αρμόδια για τον δημοσιονομικό προγραμματισμό και τον προϋπολογισμό, προέβη στη βασική παρουσίαση της μεταρρύθμισης του προϋπολογισμού της ΕΕ. Η συζήτηση που ακολούθησε επιβεβαίωσε ότι ήταν αναγκαία η ανάληψη δράσης και κατέδειξε τη σημασία του ρόλου των ΑΟΕ σχετικά με το εν λόγω ζήτημα. Η εκτίμηση του κινδύνου από τα ΑΟΕ διαδραματίζει αποφασιστικό ρόλο στο πλαίσιο ενός χρηματοπιστωτικού περιβάλλοντος, όπου η ροή του χρήματος είναι στάσιμη.
 
Ομοίως, στο πλαίσιο των εν λόγω εξελίξεων συζητήθηκε η αναθεωρημένη στρατηγική της Λισαβόνας 2008-2010. Υπήρχε μια αισιοδοξία ότι η αναθεωρημένη στρατηγική της Λισαβόνας θα μπορούσε να συμβάλει στον περιορισμό των δυσμενών επιπτώσεων της χρηματοπιστωτικής κρίσης.
 
Η δεύτερη ημέρα της συνάντησης περιλάμβανε ανταλλαγή εμπειριών και πληροφοριών σχετικά με τα επακόλουθα της συνεργασίας, την κάλυψη συγκεκριμένων τομέων της διαχείρισης των πόρων της ΕΕ και θεμάτων ελέγχου, καθώς και τις προοπτικές για μελλοντικές δραστηριότητες.